΄ Τo πολυτιμότερο πράγμα στη ζωή, είναι οι αναμνήσεις ενός ανθρώπου. Και είναι ανεκτίμητες .΄
Ουγγαρία 1894-1925
Ο Kertész γεννήθηκε στην Βουδαπέστη στις 2 Ιουλίου του 1894. Υπήρξε ο δευτερότοκος εκ των τριών υιών μίας μεσοαστικής Ούγγρο-Εβραικής οικογένειας. Ο πατέρας του Lipot Kertész εργαζόταν ως βιβλιοπώλης ενώ η μητέρα του Ernesztin Hoffman ήταν σπιτονοικοκυρά. Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1908 από φυματίωση, η οικογένεια μένει χωρίς κανένα εισόδημα. Ο θείος του ( και αδερφός της μητέρας του), τους προσκαλεί να ζήσουν μαζί του στην εξοχή και εκεί ο Kertész αντιλαμβάνεται την καλλιτεχνική του φύση. Ο θείος του αναλαμβάνει το κόστος σπουδών του Kertész ο οποίος ακολουθεί εμπορικές σπουδές , ενώ παράλληλα εργάζεται στο χρηματιστήριο. Ολοκληρώνει τις σπουδές του το 1912 . Τόσο οι σπουδές του όσο και το επάγγελμά του όμως τον ενδιαφέρουν ελάχιστα. Με κάποια χρήματα που εξασφαλίζει από την δουλεία του στο χρηματιστήριο καταφέρνει και αγοράζει την πρώτη του μηχανή (ICA BOX με πλάκες 4,6 Χ 6). Οι πρώτες του λήψεις αφορούν την Ουγγρική ύπαιθρο, αγρότες και την καθημερινότητα των ανθρώπων.
Το 1914 αποφασίζει να εγκαταλείψει την δουλειά του στο χρηματιστήριο και να αφοσιωθεί στην φωτογραφία.
Την ίδια χρονιά (1914) ξεσπά ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος και τον Οκτώβριο κατατάσσεται εθελοντικά στον Αυστρό-ουγγρικό στρατό, όπου συνεχίζει να φωτογραφίζει στον ελεύθερό του χρόνο ( γεγονός που όπως αναφέρει τον βοήθησε να επιβιώσει).
Σε αντίθεση με άλλους φωτογράφους του πολέμου, ο Kertész παρουσιάζει ένα γνήσιο ενδιαφέρον για τον άνθρωπο και για την ζωή μετά την μάχη και όχι κατά την διάρκεια αυτής.
Τον Αύγουστο του 1915 αναθέτει στον αδερφό του Jeno να στείλει προς δημοσίευση κάποιες από τις φωτογραφίες του.
Την περίοδο 28 Αυγούστου του 1915 έως τις αρχές του φθινοπώρου του 1916 λόγω τραυματισμού του από σφαίρα επιστρέφει στην Βουδαπέστη. Για τα επόμενα 2 χρόνια ( Φθινόπωρο 1916 έως το Φθινόπωρο του 1918 ) επιστρέφει στο μέτωπο του πολέμου στην Κεντρική Ευρώπη. Ήταν Μάρτιος του 1917 όταν οι φωτογραφίες του δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά στο περιοδικό «Érdekes Újság». Το 1918 και μετά το τέλος του πολέμου, επιστρέφει στην Βουδαπέστη όπου και εργάζεται πάλι στο Χρηματιστήριο. Εκεί γνωρίζει και την σύντροφο της ζωής του Erzebet Salomon η οποία μετέπειτα αλλάζει το όνομα της σε Elizabeth Sally. Ερωτεύτηκαν και μερικά χρόνια αργότερα το 1933 παντρεύτηκαν. Η σύζυγός του αποτέλεσε στήριγμα και πηγή έμπνευσης για τον ίδιο για τις μετέπειτα φωτογραφίες του.
Το 1925 αναχωρεί για το Παρίσι όπου θα εργαστεί ως φωτογράφος.
Παρίσι 1925-1936
Το 1925 ο Kertész μετακινείται στο Παρίσι. Την ίδια περίοδο εκτός από τον Kertész στο Παρίσι θα βρεθούν οι επίσης ουγγρικής καταγωγής François Kollar, Robert Capa, Emeric Fehér, Brassaï, and Julia Bathory καθώς επίσης και οι Man Ray, Germaine Krull and Lucien Aigner.
Εργάζεται για διάφορα ευρωπαικά περιοδικά, κατορθώνοντας παράλληλα να παρουσιάσει μέρος της δουλειάς του σε Αγγλία, Ιταλία, Γερμανία & Ιταλία.
Αποτελεί μέλος καλλιτεχνικού κύκλου Ούγγρων καλλιτεχνών ενώ η συναναστροφή του με γλύπτες φίλους του τον φέρνει σε επαφή με το ρεύμα του κυβισμού.
Δημιουργεί φωτογραφικά πορτραίτα γνωστών ζωγράφων όπως ο Piet Modrian και Marc Shagall του σκηνοθέτη Sergei Eisenstein καθώς και αρκετών άλλων.
Στο Παρίσι κερδίζει μεγάλη αναγνώριση ενώ το 1927 οργανώνεται η πρώτη ατομική του έκθεση με 30 φωτογραφίες του από τον Jan Slivinsky.
To 1928 αφήνει πίσω τις γυάλινες πλάκες φωτογράφισης και αποκτά μία Leica.
Το 1930, στην Έκθεση Coloniale στο Παρίσι ,του απονέμεται το αργυρό μετάλλιο για την προσφορά του στην φωτογραφία.
To 1932 η τιμή πώλησης φωτογραφιών του Kertész φτάνουν τα 20 $ ( 347 $ εν έτη 2016 ) ποσό ιδιαίτερα υψηλό για την Αμερική της Μεγάλης Ύφεσης. Η έκθεση λαμβάνει χώρα στην γκαλερί Julien Levy της Νέας Υόρκης με τίτλο “Modern European Photography, όπου εκτίθενται 23 φωτογραφίες.
Το 1933 δημιουργεί την μία σειρά 200 φωτογραφιών η οποία ονομάζεται ‘’Παραμορφώσεις’’ ‘’Distortions’’ (Η σειρά ‘’Distortions’’ εκδόθηκε σε βιβλίο το 1977) στην οποία παρουσιάζονται πόζες 2 γυμνών μοντέλων σε παραμορφωτικούς καθρέφτες.
Χρησιμοποιεί 3 παραμορφωτικούς καθρέφτες ,μηχανή μεγάλου φορμά και φακό ζούμ. Είναι μία από τις ελάχιστες φορές αν όχι η μοναδική που εργάστηκε σε κλειστό στούντιο.
Στην σειρά αυτή, ο Kertész παρουσιάζει έντονα πειραματική διάθεση –όχι όμως για πρώτη φορά και σίγουρα όχι για τελευταία-καθώς η ίδια διάθεση παρουσιάζεται στην φωτογραφία του κολυμβητή στην πισίνα το 1917.
Οι φωτογραφίες αυτές είχαν μεγάλη αποδοχή από το φωτογραφικό κοινό και τους φωτογράφους της εποχής. Πολλοί από αυτούς τις αντέγραφαν τόσο έντονα που ο Kertész ενοχλημένος πια σκέφτηκε να πατεντάρει την ‘’μέθοδό’’ του.
Στην πρώτη προσωπική του έκθεση στην Νέα Υόρκη το 1937 μεταξύ άλλων φωτογραφιών του, εξέθεσε κάποιες από την σειρά ‘’Παραμορφώσεις’’ . Στην έκθεση αυτή συμπεριέλαβε επίσης την φωτογραφία του παραμορφωμένου ειδώλου ενός λουλουδιού στο βάζο.
Η έκθεση παρουσιάστηκε υπό τον τίτλο ‘’Grotesque’’.
Την ίδια χρονιά παντρεύεται την Elizabeth Sally ενώ το 1936 και ενώ o αντισημιτισμός στην Ευρώπη κυριαρχεί, εγκαθίστανται στην Νέα Υόρκη όπου η σύζυγός του στήνει μία ιδιαίτερα επιτυχημένη επιχείρηση αρωματοποιίας ενώ ο ίδιος υπογράφει συμβόλαιο συνεργασίας με το φωτογραφικό πρακτορείο Keystone.
Ο Kertész θα χαρακτηρίσει τα μετέπειτα χρόνια που έζησε στην Νέα Υόρκη ως μία μεγάλη απογοήτευση.
Νέα Υόρκη 1936-1976
Εργάζεται για το πρακτορείο Keystone κάνοντας ρεπορτάζ μόδας και διαφήμιση. Σύντομα όμως και μη βρίσκοντας ενδιαφέρον σπάει το συμβόλαιό του για να δοκιμάσει την τύχη του στο ειδησεογραφικό ρεπορτάζ, χωρίς ιδιαίτερη τύχη.
Το 1945 το λεύκωμα ‘’Day of Paris’’ εκδίδεται στην Αμερική και το 1946 εκθέτει στο ‘’Ινστιτούτο Μοντέρνας Τέχνης’’ στο Chicago
Το 1949 υπογράφει συμβόλαιο με την Condé Nast φωτογραφίζοντας τους εσωτερικούς χώρους και την αρχιτεκτονική από σπίτια διάσημων αμερικάνων (celebrities)
Το 1961 και μετά από μία περίοδο ασθένειας, αποφασίζει να σταματήσει να κάνει εφαρμοσμένη φωτογραφία, να δουλεύει με συμβόλαια και να ακολουθεί την εκάστοτε τάση.
Σπάει το συμβόλαιό του το 1962.
Παρουσιάζει πλέον τον εαυτό του ως ‘’ερασιτέχνη’’ και φωτογραφίζει αποκλειστικά και μόνο ακολουθώντας και εξυπηρετώντας το προσωπικό του όραμα
Ζει σε ένα διαμέρισμα της Washington Square και φωτογραφίζει καθημερινά σχεδόν τη θέα και την ζωή που αλλάζει στην πλατεία σχεδόν καθημερινά.
Πειραματίζεται στην έγχρωμη φωτογραφία από το 1951 όπως και αργότερα με την μικρή σειρά των γνωστών πια Polaroid.
Από το 1962 και έπειτα το ενδιαφέρον για τον Kertesz αναζωπυρώνεται. Το 1964 ο John Szarkowski* (Διευθυντής φωτογραφίας του ΜΟΜΑ την περίοδιο 1961-1991) οργανώνει έκθεση για τον Kertesz στο ΜΟΜΑ και μέσα στην επόμενη δεκαετία οι φωτογραφίες του Kertesz ταξιδεύουν σε εκθέσεις σε όλο τον κόσμο.
Το 1977 η σύζυγός του Elizabeth πεθαίνει.
Το 1979 η Polaroid του χαρίζει το νέο της τότε μοντέλο SX-70 με το οποίο πειραματίζεται μέχρι το τέλος της ζωής του στα 91 του χρόνια (28 Σεπτεμβρίου 1985).
Ένα χρόνο πριν φύγει από την ζωή και ερωτηθείς γιατί φωτογραφίζει ακόμα, η απάντηση του ήταν :
‘’ Είμαι ακόμα πεινασμένος’’ – ‘’ I’m still hungry’’.
Follow Us!