Παρουσίαση από τον Πασβαντίδη Χαράλαμπο με θέμα : «Βλέποντας μία ταινία με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι. Μία εναλλακτική πρόταση αυτοβελτίωσης του φωτογράφου;».

Όσοι ασχολούνται με τη φωτογραφική τέχνη σε βάθος χρόνου έχουν πρόδηλη την ανάγκη εξέλιξης κι εμβάθυνσης στη φωτογραφική διαδικασία. Μία εξέλιξη που οδηγεί στην αυτογνωσία του φωτογράφου, δηλαδή στην πιο σφαιρική άποψη σχετικά με την αισθητική που υιοθετεί, την επικοινωνιακή γλώσσα και τεχνοτροπία που θα ακολουθήσει, την εν γένει σχέση του με τη συγκεκριμένη τέχνη. Όπως επίσης η εξελικτική διαδικασία ωθεί το φωτογράφο να ξεκολλήσει από κάποιο ενδεχόμενο δημιουργικό τέλμα, ή να εμπλουτίζει τις γνώσεις του γύρω από το φωτογραφικό γίγνεσθαι.

Η ανάγκη της εξέλιξης αυτής ικανοποιείται με διάφορους τρόπους που λειτουργούν συνδυαστικά προκειμένου να πετύχουν συνέργειες βελτίωσης. Συμμετοχή σε σεμινάρια εξειδικευμένα και μη, μελέτη φωτογράφων, αναζήτηση και μελέτη φωτογραφικών βιβλίων, αλλαγή φωτογραφικού εξοπλισμού, είναι οι κυριότερες μέθοδοι που ακολουθούνται προκειμένου να ανέβει ο φωτογράφος σε επίπεδο ποιότητας και αποτελεσματικότητας, τόσο στην δική του φωτογραφία, όσο και στην ανάγνωση και κριτική άλλων φωτογράφων. Επίσης, η ενασχόληση με άλλες τέχνες όπως ζωγραφική, ποίηση, κινηματογράφος, δρα αποφασιστικά στην κατεύθυνση αυτή.

Ειδικότερα, επειδή φωτογραφία και κινηματογράφος είναι δύο τέχνες άρρηκτα συνδεδεμένες, είθισται να προτείνεται ο εμπλουτισμός της οπτικής του φωτογράφου με τη θέαση κινηματογραφικών ταινιών και δη του κλασσικού κινηματογράφου. Στην παρουσίαση αυτή θα εξειδικεύσουμε αυτή την πρακτική, εξετάζοντας παράλληλα το βαθμό και τις προϋποθέσεις αποτελεσματικότητάς της στην βελτίωση του φωτογράφου. Συγκεκριμένα, θα μιλήσουμε για την πρακτική του να βλέπουμε μία ταινία με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι (ή κάνοντας χρήση επιλογής capture image του προγράμματος προβολής ταινιών εάν τις βλέπουμε σε υπολογιστή), ώστε να «φωτογραφίζουμε» καρέ που μας κάνουν εντύπωση, ή που θέλουμε να μελετήσουμε μεμονωμένα. Με λίγα λόγια αποσπούμε από το σύνολο των καρέ της ταινίας εκείνα στα οποία δίνουμε φωτογραφική υπόσταση κι αυτονομία, προσιδιάζοντας έτσι κατά κάποιο τρόπο τη φωτογραφική δημιουργία μέσα στην πραγματική ζωή, όπου από το σύνολο του κόσμου που βλέπουμε αποσπούμε μία ψηφίδα, που μέσα από τη μηχανή μας επιχειρούμε να τη μετουσιώσουμε σε έναν καινούριο, διαφορετικό κόσμο, τον δικό μας.  Ωστόσο κατά την άποψη του γράφοντος η όλη διαδικασία δεν είναι τίποτε άλλο από μία προσομοίωση και το αποτέλεσμά της, δηλαδή οι φωτογραφίες που προκύπτουν, δεν πρέπει να θεωρούνται ως πονήματα του φωτογράφου. Κι αυτό διότι ο τελευταίος δεν έχει τον πρώτο κι ουσιαστικό λόγο κι έλεγχο στα βασικά δομικά συστατικά της φωτογραφίας (φόρμα, θέμα, περιεχόμενο, βάθος πεδίου, εστιακή απόσταση κλπ), οπότε ουσιαστικά επιλέγει μόνο κι απομονώνει μέσα από έτοιμα κι επιμελημένα κάδρα αυτά που θεωρεί καλύτερα σύμφωνα με την αισθητική του, ή τις αναζητήσεις του. Παρόλα αυτά, ακόμη και τούτη η προσομοίωση της φωτογραφικής διαδικασίας έχει κάποια χρηστική αξία με την ίδια έννοια που έχει η αντίστοιχη εξάσκηση των πιλότων σε προσομοιωτές πτήσης. Παρόλο που δεν επεμβαίνει στη γενικότερη δομή του κάδρου και των συστατικών του, ο φωτογράφος εξασκεί τα αντανακλαστικά του στην απομόνωση κι επιλογή των καρέ, ενώ παράλληλα συγκεντρώνει υλικό το οποίο μπορεί να μελετήσει σε άλλο χρόνο προκειμένου να βελτιώσει τομείς που επιθυμεί. Ο ετεροχρονισμός σε αυτή τη διαδικασία είναι απαραίτητος, προκειμένου να απεμπλακεί από τις όποιες συναισθηματικές εξαρτήσεις δημιουργήσει η θέαση της ταινίας και ταυτόχρονα το μεμονωμένο καρέ να χάσει το στοιχείο της αφήγησης, που δημιουργείται από τη συνεκτική αλληλουχία των διαδοχικών σκηνών και να γίνει περιγραφικό, να γίνει δηλαδή φωτογραφία.  Μόνο έτσι μπορεί να αξιοποιήσει τη συλλογή εικόνων που έχει δημιουργήσει, παράλληλα και συμπληρωματικά με τις συλλογές έργων φωτογράφων που ενδεχομένως να μελετά.

Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να τονιστεί ότι όλα τα παραπάνω γίνονται ουσιώδη μόνο με την παραδοχή ότι η εικόνα που απομονώνεται από μια ταινία μπορεί να σταθεί αυτούσια ως φωτογραφία, ανεξάρτητη από τη διαδοχή των κινηματογραφικών καρέ και αυθύπαρκτη στα συνεκτικά της στοιχεία. Ο Πλάτων Ριβέλλης σε άρθρο του στο Φωτοχώρο το 2001 δήλωνε ότι «η πλαστικότητα των κινηματογραφικών καρέ δεν είναι οργανική, αφού κανένα τους δεν γεννήθηκε για να είναι ανεξάρτητο». Ωστόσο ταινίες με προσεγμένη διεύθυνση φωτογραφίας πάντα μας προσφέρουν καρέ που μπορούν να αποσπαστούν από την αφηγηματική τους αλυσίδα και να γίνουν αυτόνομες φωτογραφίες που όπως θα δούμε παρακάτω μπορούν να μας προσφέρουν πολύτιμα καλλιτεχνικά εργαλεία και ιδέες.

Η μελέτη των φωτογραφιών που συλλέχτηκαν με την παραπάνω περιγραφόμενη μέθοδο μπορεί να βοηθήσει το φωτογράφο να εμπλουτίσει και να  εντρυφήσει σε γνώσεις πάνω σε θεματικά πεδία της φωτογραφίας που τον απασχολούν όπως:

Φορμαλιστικά στοιχεία: Για παράδειγμα ο φωτογράφος μπορεί να αντλήσει ιδέες για τη χρήση του φωτός ως στοιχείο φόρμας μέσα στη φωτογραφία του μελετώντας κινηματογραφικά καρέ. Διακεκριμένοι διευθυντές φωτογραφίας της μεγάλης οθόνης χρησιμοποιούν υποδειγματικά το φως στις σκηνές τους και μπορούν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης. Υποδειγματική είναι επίσης και η χρήση χρώματος ως στοιχείου φόρμας πολλές φορές.

Φωτογραφική σύνθεση:  Η επιλογή του είδους, του αριθμού και της θέσης των στοιχείων μέσα στην παραγόμενη εικόνα μας θέτει προβληματισμούς σχετικά και με τις δικές μας συνθέσεις.

Πρωτότυποι ρυθμοί –μοτίβα:  Μέσα από καινοτόμα πλάνα σκηνοθέτη και κινηματογραφιστή μπορούμε να απογειώσουμε και τις δικές μας ιδέες με αντίστοιχους νεωτερισμούς.

Γωνία λήψης: Η μελέτη των επιλογών του διευθυντή φωτογραφίας όσον αφορά τη γωνία λήψης στα κάδρα του, μπορεί να δώσει νέα πνοή στην δική μας φωτογραφική αντίληψη και σύνθεση.

Βάθος πεδίου: Η επιλογή του βάθους πεδίου από τον κινηματογραφιστή πάντα εξυπηρετεί έναν συγκεκριμένο σκοπό. Η προσπάθεια κατανόησης της χρήσης αυτής μας βοηθάει στο να βελτιστοποιήσουμε και τις δικές μας επιλογές στο θέμα αυτό, καθώς μας οδηγεί να καταλάβουμε καλύτερα την έννοια και τη χρήση του βάθους πεδίου.

Φωτογραφικός υπαινιγμός: Μια πολύ σπουδαία έννοια στη φωτογραφική σύνθεση είναι ο υπαινιγμός της. Είναι ένα από τα στοιχεία που διακρίνουν και χαρακτηρίζουν ένα φωτογράφο. Στιγμιότυπα από ταινίες του κλασσικού σινεμά κυρίως, βρίθουν από τέτοιους υπαινιγμούς που μπορούν να εμπνεύσουν με σύμβολα και εικόνες και τη δική μας φωτογραφική σημειολογία.

Εμπλουτισμός εικόνων στα διάφορα είδη φωτογραφίας : Ανάλογα με τα ενδιαφέροντα του, μπορεί ο εκάστοτε φωτογράφος να εμπλουτίσει την οπτική του συλλογή με πληθώρα εικόνων σε φωτογραφία τοπίου, πορτραίτα, φωτογραφία φύσης, πανοραμικά πλάνα, νυχτερινά τοπία, αστικά τοπία, still life κλπ. σύμφωνα πάντα με τις καλλιτεχνικές προτάσεις των κινηματογραφιστών.

Τα οφέλη από την παραπάνω διαδικασία δεν είναι προφανή, αλλά διαπιστώνονται με την επανάληψη και σε βάθος χρόνου. Εδώ βέβαια να σημειώσουμε ότι εκτός από την ετεροχρονισμένη μελέτη του μεμονωμένου καρέ, η παρατηρητικότητά μας πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση και κατά τη διάρκεια της θέασης. Η επανειλημμένη εξάσκηση με βάση αυτή την πρακτική μας βοηθά να δούμε μία ταινία με μάτι πιο οξυδερκές όσον αφορά τη φωτογραφία της.  Διαπιστώνουμε έτσι και μία σχέση αλληλεπίδρασης και αμφίδρομων ωφελειών στην ταυτόχρονη ενασχόληση με τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο.

Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η «απόσπαση» κινηματογραφικών στιγμιότυπων ως αυτόνομες φωτογραφίες μπορεί να αποτελέσει μία διαδικασία αυτοβελτίωσης του φωτογράφου, καθώς τον παρακινεί να διατηρεί σε εγρήγορση τα καλλιτεχνικά αισθητήρια  της φωτογραφικής τέχνης μέσα από την ενασχόληση με τη στενή συγγενή της.