Αυτή εδώ δε φιλοδοξεί να είναι μια ολοκληρωμένη παρουσίαση της φωτογραφικής Ιαπωνικής τέχνης ούτε πολύ περισσότερο μια αντικειμενική ματιά στους δημιουργούς της. Κάτι τέτοιο είναι σίγουρα αδύνατο. Και περισσότερες γνώσεις απαιτεί, που δεν υπάρχουν, και πιο εξειδικευμένες, και έρευνα, και χρόνο, και πολλά περισσότερα.
Με μοναδικό κριτήριο το προσωπικό γούστο, αλλά και με θράσος αρκετό, παρουσιάζουμε μια αυθαίρετη αλλά και γοητευτική άποψη για το ταξίδι της Ιαπωνικής φωτογραφίας τα τελευταία χρόνια.
Δεν θα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και δεν θα σταθούμε ιδιαίτερα στα πρώτα βήματα της φωτογραφίας με τα κοινωνικά μηνύματα του Hiroshi Hamaya. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι τα πρώτα μεταπολεμικά βήματα μιας πληγωμένης, ηττημένης και βαθιά σοκαρισμένης από την φρίκη των δύο ατομικών βομβών Ιαπωνίας. Εδώ έρχεται ο γεννημένος το 1930 Shōmei Tōmatsu αν και ξεκινά να σπουδάζει οικονομικά από σπουδαστής ακόμη δημοσιεύει φωτογραφίες του σε περιοδικά. Μετά την αποφοίτηση του δουλεύει κατευθείαν σαν ελεύθερος επαγγελματίας φωτογράφος ενώ αργότερα συν-δημιουργεί με τους φίλους του επίσης νέους φωτογράφους ( Eikoh Hosoe και Ikkō Narahara) ένα πρακτορείο σύγχρονης, μοντέρνας φωτογραφίας που εξελίσσεται σε κέντρο της σύγχρονης φωτογραφίας της χώρας. Αρχίζει να δημοσιεύει σημαντικά βιβλία, να μαζεύει βραβεία και επηρεάζει όλους τους μετέπειτα μοντέρνους, σύγχρονους φωτογράφους της Ιαπωνίας. Πεθαίνει τον Δεκέμβριο του 2012. Οι φωτογραφίες του ασχολούνται ιδιαίτερα με την κοινωνική πραγματικότητα, παρουσιάζει τον εξαμερικανισμό της Ιαπωνικής κοινωνίας τα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο. Παρουσιάζει την φρίκη των ατομικών βομβών (κυρίως με την εμβληματική φωτογραφία του κρεμασμένου και αλλοιωμένου γυάλινου μπουκαλιού που φωτογραφίζει στο Ναγκασάκι που δεν είναι πάρα ένα απόκοσμο μη προσδιορίσιμο απομεινάρι του κάθε βασανισμένου σώματος), τις νέες σύγχρονες μεγάλες πόλεις. Οι φωτογραφίες του έχουν έντονες σκιές, ασυνήθιστες γωνίες, και δεν φοβάται ούτε τα στραβά κάδρα ούτε τις θολές λήψεις.
Σε αυτό το ίδιο κλίμα έρχεται συνεχιστής ο Issei Suda. Γεννημένος το 1940, σπουδάζει φωτογραφία και συνειδητά και αποφασιστικά στρέφει το βλέμμα του εκεί που η σύγχρονη ματιά των τελευταίων ετών της δεκαετίας του 60 και των επόμενων χρόνων απαιτούσε. Απλές στιγμές και καθημερινές στιγμές φωτογραφημένες με τον πλέον ευθύ τρόπο. Άρα τετράγωνο φορμά, ευθείες λήψεις και μια αυστηρότητα σε ευθεία αντίθεση με τα «μη-γεγονότα». Λιτότητα. Και μέσα από τις φωτογραφίες του όλη η χώρα και οι άνθρωποι της.
Πληθωρικότερος ο Daidō Moriyama γεννημένος το 1938, φίλος του Tomatsu, μαθητής του Eikoh Hosoe (που οι μεταμοντέρνες του ακροβασίες και οι υπερβολές του δεν βοηθούν στο να συμπεριλήφθη στο σημερινό αφιέρωμα). Φωτογραφικές σπουδές λοιπό,ν και αποφασιστικά ο Moriyama επιλέγει τα σκοτεινά σημεία της σύγχρονης πόλης, τη νύχτα, το υποβαθμισμένο κομμάτι της. Φωτογραφίες ερωτικές, προκλητικές, απειλητικές, που αδιαφορούν για την τεχνική αρτιότητα, με εμφανή κόκκο, κουνημένες, υποφωτισμένες, «στραβές».
Επόμενος φωτογράφος ο συνομήλικος και φίλος των προηγούμενων, ο Takuma Nakahira που ενώ τέλειωσε διεθνείς σπουδές, δούλεψε αρχικά στα περιοδικά μέχρι να τα παρατήσει και να γίνει και επίσημα επαγγελματίας φωτογράφος. Στα χνάρια των φίλων του Tomatsu και Moriyama οι φωτογραφίες του δείχνουν αποσπασματικές σκηνές από την ζωή των σύγχρονων πόλεων, εικόνες θολές και τραχείς και έτσι η κάμερα γίνεται όργανο καταγραφής μιας προσωπικής και ιδιαίτερης άποψης για τον κόσμο. Ο Nakahira επηρέασε και με άλλους τρόπους την σύγχρονη Ιαπωνική πραγματικότητα καθώς υπήρξε ταυτόχρονα πολιτικός ακτιβιστής, συγγραφέας, κριτικός.
Μέσα σε αυτό το κλίμα αλλά και διακριτά διαφορετικός στέκεται η μεγάλη μορφή του Masahisa Fukase. Μοντέρνος, αξιόλογος, με τα ίδια περίπου εκφραστικά εργαλεία, αλλά με την επιπλέον ιδιαίτερη γοητεία που μας ασκούν οι δημιουργοί που διακατέχονται από μανίες και παρασύρονται από αυτές και παραδίνονται σε αυτές. Ο Fukase γεννήθηκε το 1934 και ήταν φωτογράφος που τα θέματα του θα μπορούσες να τα χαρακτηρίσεις κοινά όπως για παράδειγμα η οικογένεια του. Το 1976 όμως, και επηρεασμένος από τον πρόσφατο χωρισμό με την επί 13 χρόνια σύζυγο του, αρχίζει να φωτογραφίζει κοράκια. Συνεχίζει για 10 χρόνια και το 1986 εκδίδεται το βιβλίο του με τίτλο, τι άλλο… κοράκια “Ravens” (Karasu)! Και με αυτό το βιβλίο γίνεται ένα πέρασμα της Ιαπωνικής φωτογραφίας από τον πρώιμο μοντερνισμό του τέλους της δεκαετίας του ’60 και των σημαντικών δημιουργών που είδαμε, σε μια πιο «εσωτερική» θεματολογία παγκόσμιας όμως πρωτοτυπίας. Οι φορμαλιστικές επιλογές φθάνουν πλέον στα άκρα. Η τονικότητα θυσιάζεται στις ανάγκες της προσωπικής φωτογραφικής αφήγησης, υποφωτισμός ή υπερφωτισμός, κόκκος, άγρια κροπαρίσματα. Ενώ η επιλογή ενός τόσο αλληγορικού θέματος συνδυάζει την προσωπική ματιά με την παράδοση ενός ολόκληρου λαού. Τα κοράκια σύμφωνα με την Ιαπωνική θεολογία (αλλά και με τόσες άλλες) δεν είναι παρά σύμβολα κακοτυχίας, προάγγελοι του κακού. Με αυτά τα υλικά και ως μεγάλος φωτογράφος που είναι, ο Fukase καταφέρνει να δημιουργήσει ένα βιβλίο που είναι μια ολοκληρωμένη, μεστή αφήγηση. Οι εικόνες του είναι άχρονες. Δεν ξέρεις αν αναφέρονται στο παρελθόν ή σε ένα εφιαλτικό μέλλον. Άτοπες γιατί ο κόσμος τους δεν μας είναι ούτε γνωστός, ούτε όμως μας είναι και άγνωστος. Προσωπικές αλλά και τόσο κοινές. Και έτσι η Ιαπωνική φωτογραφική ματιά ολοκληρώνεται και παίρνει πλέον τη θέση που της αξίζει. Η παγκόσμια αναγνώριση είναι γεγονός. Το βιβλίο εξαντλείται και όποτε τυπώνεται ξανά και κυκλοφορεί οι τιμές είναι εξαιρετικά υψηλές (1500$) ενώ από το British Journal of Photography ανακυρήχθηκε το σημαντικότερο βιβλίο της 25ετίας. Ο ίδιος ο Fukase ως ιδανικός ενσαρκωτής της μαύρης μοίρας των κορακιών του δεν πρόλαβε τίποτα από όλα αυτά αφού πέθανε το 2012 όντας σε κώμα έπειτα από ατύχημα από το 1992!
Παρουσίαση: Γιάννης Λεμονής
Follow Us!